λεωφόροι

λεωφόροι
λαοφόρος
bearing people
masc/fem nom/voc pl
λεωφόρος
bearing people
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • λίμα — (Lima). Πόλη (6.863.363 κάτ. το 2001) και πρωτεύουσα του Περού καθώς και του ομώνυμου νομού (34.797 τ. χλμ. 7.617.193 κάτ.). Βρίσκεται στο προσχωσιγενές δέλτα του ποταμού Pίμακ, 10 χλμ. Δ της Kαλιάο. Διατηρεί το πολεοδομικό της σχέδιο σε σχήμα… …   Dictionary of Greek

  • νεοκλασικισμός — Μεγάλη πολιτιστική κίνηση που διαδόθηκε ευρύτατα στην Ευρώπη στη δεύτερη πεντηκονταετία του 18ου και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. Η αρχή του ανάγεται στο ενδιαφέρον για τις αρχαιολογικές σπουδές, που ανακινήθηκε μετά τις επιτυχείς ανασκαφές …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Βαλπαραΐσο — (Valparaiso). Πόλη (295.203 κάτ. το 2000) της Χιλής, στα παράλια του Ειρηνικού ωκεανού. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στην ακτή του ομώνυμου κόλπου και αποτελεί πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (902.533 κάτ. το 2000) και του ομώνυμου γεωγραφικού… …   Dictionary of Greek

  • Ίντερνετ — (Internet). Παγκόσμιο δίκτυο συνδεδεμένων ηλεκτρονικών υπολογιστών και δικτύων υπολογιστών. Ενώνει υπολογιστές και δίκτυα που είναι εγκατεστημένα σε πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες, επιχειρήσεις, νοσοκομεία, κρατικούς οργανισμούς, ερευνητικά ινστιτούτα …   Dictionary of Greek

  • Μαδρίτη — (Madrid). Πόλη (2.882.860 κάτ. το 2000) και πρωτεύουσα της Ισπανίας, καθώς και της ομώνυμης αυτόνομης περιοχής (8.028 τ. χλμ., 5.372.433 κάτ. το 2000) στη Νέα Καστίλη. Η πόλη, που δεσπόζει στο κέντρο της Ιβηρικής χερσονήσου, στους πρόποδες της… …   Dictionary of Greek

  • Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… …   Dictionary of Greek

  • Σαβόνα — (Savona). Πόλη (περ. 68.997 κάτ.) της Ιταλίας στην περιοχή της Λιγυρίας και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Είναι χτισμένη στη Ριβιέρα ντι Πονέντε, σε μια μεγάλη πεδιάδα στις εκβολές του Λετίμπρο, στους πρόποδες του λόφου των Καπουτσίνων. Ο… …   Dictionary of Greek

  • Τεχεράνη — (ιρανικά Τεχράν). Πόλη (6.022.078 κάτ.) του βορειοκεντρικού Ιράν, πρωτεύουσα του κράτους από το 1788 και της ομώνυμης επαρχίας (οστάν) (29.933 τ. χλμ.). Βρίσκεται σε υψίπεδο 1.132 μ., κοντά στις ακραίες νότιες παραφυάδες της ορεινής αλυσίδας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”